ΙΣΤΟΡΙΑ
ΑΝΘΡΩΠΙΣΤΙΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ Γ΄Λ
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ
ΑΠΑΝΤΗΣΗ (με τη μέθοδο της σύνθεσης)
ΕΠΑΝΑΛΗΠΤΙΚΕΣ
ΗΜΕΡΗΣΙΩΝ ΛΥΚΕΙΩΝ 2003
ΘΕΜΑ Β1
Αντλώντας
στοιχεία από τον παρακάτω πίνακα και αξιοποιώντας τις ιστορικές σας γνώσεις :
α) Να
παρουσιάσετε την πορεία της ελληνικής βιομηχανίας από το 1870 έως το 1917. Μονάδες 10
β) Να
αιτιολογήσετε την άποψή σας, λαμβάνοντας υπόψη και τις δραστηριότητες του
εξωελλαδικού ελληνικού κεφαλαίου. Μονάδες 15
ΠΙΝΑΚΑΣ
Ανάπτυξη της βιομηχανίας
Αριθμός
βιομηχανιών
|
Αριθμός
εργατών
|
Ιπποδύναμη
(σε ατμόιππους)*
|
|
1867
|
22
|
7.300
|
300
|
1873
|
95
|
7.342
|
1967
|
1875
|
95
|
-
|
-
|
1878
|
108
|
-
|
2.884
|
1889
|
(145)
|
-
|
8.568
|
1892
|
-
|
-
|
10.000
|
1917
|
2.213
|
35.500
|
70.000
|
Από το έργο του Κ. Τσουκαλά, Εξάρτηση
και Αναπαραγωγή, Αθήνα 1977 σελ. 260
___________________________________________________________________________________________________
*ατμόιππος
ο (ουσιαστικό) μονάδα μέτρησης της ισχύος των ατμομηχανών, που συμβολίζεται με
το ch ή p.s., αντιστοιχεί σε 75 χιλιογραμμόμετρα ανά δευτερόλεπτο και
χρησιμοποιείται για τη μέτρηση της ισχύος οποιασδήποτε μηχανής
συνώνυμα:
ίππος. (πηγή:live – pedia)
Ενδεικτική απάντηση θέματος
παν/ων 2003
(βιομηχανία και εξωελλαδικό κεφάλαιο)
α) Όπως γνωρίζουμε, χρειάστηκε να
περάσουν σαράντα περίπου χρόνια από την απόκτηση της εθνικής ανεξαρτησίας για
να παρατηρηθεί μια πρώτη απόπειρα ανάπτυξης των βιομηχανικών δραστηριοτήτων
στην Ελλάδα. Γύρω στα 1870 σημειώθηκε κάποιο κύμα ίδρυσης βιομηχανικών
επιχειρήσεων, περισσότερων από εκατό, ενώ ταυτόχρονα παρατηρήθηκε κάποια τάση
αύξησης του δυναμικού των ήδη υπαρχουσών μονάδων. Τις πληροφορίες της ιστορικής αφήγησης τεκμηριώνουν τα στοιχεία του
πίνακα που μας επιβεβαιώνουν ότι το 1867 υπήρχαν μόλις 22 βιομηχανικές
μονάδες στη χώρα, ενώ 6 χρόνια αργότερα ο αριθμός τους εκτινάχθηκε στις 95 και
μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του 1880 πράγματι ξεπέρασαν τις εκατό (είχαν γίνει
περίπου 145), απασχολώντας περίπου 7.500 εργάτες.
β)
Η προαναφερόμενη βιομηχανική ανάπτυξη σχετίζεται και με τις δραστηριότητες του
εξωελλαδικού κεφαλαίου την ίδια περίοδο, αφού, όπως γνωρίζουμε, οι πρώτες δειλές ενδείξεις συνεργασίας του
ελληνικού κράτους με τους Έλληνες ομογενείς εμφανίστηκαν στη δεκαετία του 1870.
Η εξέλιξη αυτή είναι πιθανό να οφειλόταν στην κρίση του 1873, που μείωσε τις
αποδόσεις των ευρωπαϊκών κεφαλαίων και προκάλεσε τη μεταφορά τους προς τα
ανατολικά, σε αναζήτηση επικερδών τοποθετήσεων. Η μετακίνηση αυτή πίεσε
οικονομικά τους πλούσιους Έλληνες της διασποράς, οι οποίοι αναζήτησαν με τη
σειρά τους νέα πεδία επιχειρηματικής δραστηριότητας, ανακαλύπτοντας έτσι και
την Ελλάδα. α) Πολύ γρήγορα όμως, η
απόπειρα αυτή βιομηχανικής ανάπτυξης έχασε τη δυναμική της και οι σχετικές
δραστηριότητες επέστρεψαν στην ύφεση και τη στασιμότητα.
Οι όροι άρχισαν να μεταβάλλονται μόλις
στα τελευταία χρόνια του 19ου αιώνα και, κυρίως, στα πρώτα χρόνια του 20ού.
Τότε δημιουργήθηκε ένα βιομηχανικό δυναμικό σχετικά σταθερό, πολυδιάστατο, με
τάσεις ανάπτυξης της βαριάς βιομηχανίας, της μεταλλουργίας, της ναυπηγικής και
της τσιμεντοβιομηχανίας, η οποία πρωτοεμφανίστηκε στις αρχές του νέου αιώνα. Τα δεδομένα αυτά αποτυπώνονται και στον
πίνακα ανάπτυξης της βιομηχανίας, όχι τόσο στον αριθμό των βιομηχανικών
μονάδων όσο στην ιπποδύναμη των μηχανών σε ατμόιππους, αφού από 2.884
ατμόιππους, που ήταν η υποδύναμη των μηχανών το 1878, φτάνουμε σε τετραπλάσια
σχεδόν απόδοση (στους 10.000) το 1892.
Η αλλαγή πάντως των δεδομένων ήρθε
μετά το 1912-1913, με την ενσωμάτωση μεγάλων εκτάσεων και πληθυσμών, (β) όταν επιπλέον παρουσιάζεται σταθερότερη
και η συμπεριφορά των ομογενών κεφαλαιούχων στις αρχές του 20ού αιώνα, μετά το
κίνημα των Νεοτούρκων, τους Βαλκανικούς πολέμους και τις ανακατατάξεις που
έφερε ο Α' Παγκόσμιος Πόλεμος. Η έξαρση των εθνικισμών, τα πλήγματα στις
οικονομικές δραστηριότητες των ξένων, οι πολιτικές εξελίξεις στη Ρωσία, το
τέλος της Οθωμανικής αυτοκρατορίας και η δημιουργία της Κεμαλικής Τουρκίας
διέκοψαν με τον πλέον απόλυτο τρόπο τις παραδοσιακές δραστηριότητες των Ελλήνων
κεφαλαιούχων στην Ανατολική Μεσόγειο. Αρκετοί από αυτούς προτίμησαν τότε τη
μεταφορά των επιχειρηματικών, βιομηχανικών, εμπορικών ή χρηματιστηριακών
δραστηριοτήτων τους στο ελληνικό κράτος αναπτύσσοντας την οικονομία της χώρας
και ενισχύοντας και τη βιομηχανία. Απόδειξη
των λεγομένων αποτελούν τα στοιχεία του πίνακα, που επιβεβαιώνουν την
αλλαγή των δεδομένων στην ελληνική βιομηχανία μετά τους βαλκανικούς πολέμους.
Ενδεικτικά αναφέρεται ο αριθμός των βιομηχανικών μονάδων που υπερδιπλασιάζεται
σε σχέση με το παρελθόν και φτάνει στις 2.213 μονάδες, με πενταπλασιασμό των
εργατών (35.000) και εφταπλασιασμό της ιπποδύναμης (70.000 ατμόιπποι).
α) Και τότε όμως οι χρόνιες
αδυναμίες της ελληνικής βιομηχανίας συνέχισαν να εμποδίζουν την ανάδειξή της σε
κινητήρια δύναμη της ελληνικής οικονομίας. Η βιομηχανία υπέφερε, όπως και άλλοι
κλάδοι της οικονομίας, από την έλλειψη κεφαλαίων και τη διασπορά των υπαρχόντων
σε πλήθος δραστηριοτήτων, από την ασφυκτικά περιορισμένη -εδαφικά και
πληθυσμιακά- βάση οικονομικής εξάπλωσης, από την έλλειψη πρώτων υλών και τη
χρόνια έλλειψη εργατικών χεριών. Θα μπορούσε να προσθέσει κανείς στα παραπάνω
την έλλειψη παιδείας τεχνικής αλλά και γενικής. Η ελλιπής κατάρτιση περιόριζε
τη δυνατότητα εφαρμογής καινοτομιών και τη συνακόλουθη τεχνολογική εξέλιξη.
Αδύναμη να αντέξει τον εξωτερικό ανταγωνισμό, η βιομηχανία παρέμεινε
προσηλωμένη σε δευτερεύουσες δραστηριότητες, αναζητώντας τη σωτηρία της στην
παρέμβαση του κράτους, με δασμολογικά ή άλλα ενισχυτικά μέτρα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου