ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΟΣ ΑΓΩΝΑΣ
Συμπληρώνονται σήμερα 117 χρόνια
από τη λήξη του Μακεδονικού αγώνα, μιας ιδιόμορφης ένοπλης πάλης μεταξύ
ελληνικών και βουλγαρικών σωμάτων μέσα στην τουρκική επικράτεια, ενός αγώνα που
αποτελεί ένα κρίκο στην αλυσίδα των εξεγέρσεων για την απελευθέρωση της
Μακεδονίας, τελικά το 1912 – 1913.
Όπως γνωρίζουμε, το 1ο
ελληνικό ανεξάρτητο κράτος δημιουργήθηκε το 1832 και αποτελούνταν από την
Πελ/σο, τη Στερεά Ελλάδα, την Εύβοια και τις Κυκλάδες. Τα ασφυκτικά σύνορα του
νεοσύστατου διευρύνθηκαν με την ενσωμάτωση των Επτανήσων το 1864 και της
Θεσσαλίας το 1881, όταν φαίνεται ότι η κυριαρχία των Τούρκων στο βαλκανικό χώρο
κλονίζεται σοβαρά.
Η Μακεδονία, όπως και η
υπόλοιπη χώρα βέβαια, ως γέφυρα ανάμεσα σε δυο ηπείρους και σε δυο θάλασσες, με
τεράστια στρατηγική και πολιτική σημασία, έγινε το «μήλον της έριδος» των
Μεγάλων Δυνάμεων της εποχής και πεδίο διαφιλονικούμενων διεκδικήσεων μεταξύ Σέρβων, Βουλγάρων,
Ελλήνων, Τούρκων και Μαυροβούνιων. Είναι λοιπόν μια εποχή, όπου η έξαρση του
βαλκανικού εθνικισμού είναι έντονη.
Όσο ανέβαινε ο εθνικιστικός
πυρετός, αφού όλοι είχαν αλύτρωτους μέσα στην τουρκοκρατούμενη ακόμη ζώνη και
όσο μεγάλωνε η προσδοκία ότι επίκειται η κατάρρευση της άλλοτε κραταιάς οθωμανικής
αυτοκρατορίας, τόσο οξυνόταν ο ανταγωνισμός για τη διανομή των εδαφών αυτών.
Προσπάθειες για συνεννόηση δεν εύρισκαν έδαφος πρόσφορο. Έτσι άρχισαν οι βίαιες
διεκδικήσεις.
Η Βουλγαρία την περίοδο αυτή
έχει τη στήριξη της ομόδοξης Ρωσίας, η οποία θέλει να τη χρησιμοποιήσει ως οδό
καθόδου προς τη Μεσόγειο. Το 1870, με την ανοχή της Ρωσίας αναγνωρίζεται
βουλγαρικό έθνος και αποσχίζεται από το πατριαρχείο της Κων/πολης η βουλγαρική
εκκλησία, που ονομάζεται τώρα Εξαρχία. Τα βουλγαρικά αντάρτικα σώματα των
Κομιτατζήδων, που έχουν οργανωθεί και δρουν από το 1897 στο μακεδονικό χώρο
προσπαθούν να επιβάλουν στους ελληνικούς πληθυσμούς της περιοχής την προσχώρηση
στην εκκλησιαστική βουλγαρική εξαρχία, προσδοκώντας και την εδαφική προσάρτηση
αργότερα, αφού οι πληθυσμοί της περιοχής, προσηλωμένοι στην παράδοση,
ταυτίζονταν περισσότερο με την εκκλησία και λιγότερο με το κράτος. Έτσι η
γλώσσα και η ιδιότητα του εξαρχικού ή του πατριαρχικού αποκτούν ιδιαίτερη
σημασία και θεωρούνται αδιαμφισβήτητα στοιχεία εθνικότητας.
Η δράση των βούλγαρων
κομιτατζήδων στα τέλη του 19ου αι. στο μακεδονικό χώρο εγκυμονεί
μέγιστους κινδύνους για τον ελληνισμό, αφού γίνονται συστηματικές προσπάθειες
εκβουλγαρισμού των ντόπιων ελληνικών πληθυσμών. Οι Βούλγαροι εξαπέλυσαν έντονη
προπαγάνδα και συνθήματα όπως «Η Μακεδονία στους Μακεδόνες», σε μια προσπάθεια
να ενώσουν όλες τις διαφορετικές εθνότητες κάτω από το σκήπτρο ενός ισχυρού
βουλγαρικού κράτους, αλλά προχώρησαν και σε βίαιες ενέργειες, δολοφονίες
ελλήνων ιερέων, δασκάλων και προκρίτων, καθώς και λεηλασίες εκκλησιών και
εμπρησμούς ελληνικών σπιτιών.
Δυστυχώς η κατάσταση του
επίσημου ελληνικού κράτους από οικονομική και διπλωματική πλευρά, μετά και τον
ατυχή ελληνοτουρκικό πόλεμο του 1897 είναι οικτρή. Έτσι οι φωνές ικεσίας των
αλύτρωτων μακεδόνων αδερφών πέφτουν στο κενό.
Απάντηση τελικά στις
βουλγαρικές προκλήσεις στη Μακεδονία θα δώσει μια μυστική οργάνωση που εδρεύει
στην Αθήνα, η «Εθνική Εταιρεία», που οργάνωσε αντάρτικες ομάδες, που εισήλθαν
στα εδάφη της Μακεδονίας, για να ενθαρρύνουν και να προστατεύσουν τους
ελληνικούς πληθυσμούς από τις βουλγαρικές βιαιότητες. Ψυχή της οργάνωσης των
ομάδων και του συντονισμού της δράσης τους είναι ο μητροπολίτης
Καστοριάς
Γερμανός Καραβαγγέλης, που αφιέρωσε όλες του τις δυνάμεις για την τόνωση του
ηθικού των Ελλήνων της Μακεδονίας. Συνεργάτης του είναι ο υποπρόξενος της Ελλάδας
στο Μοναστήρι Ίων Δραγούμης, ο οποίος από τη νευραλγική θέση που είχε προσέφερε
ανεκτίμητες υπηρεσίες στην οργάνωση της ελληνικής αντίστασης στη Μακεδονία.
Το 1904 η κυβέρνηση Θεοτόκη,
κάτω από την πίεση της κοινής γνώμης, οργανώνει συστηματικότερα την ελληνική
άμυνα απέναντι στη βουλγαρική πρόκληση. Το Σεπτέμβριο του 1904 ο αξιωματικός
του ελλ. στρατού Παύλος Μελάς με το ψευδώνυμο Μίκης Ζέζας, ξεκινά με άλλους
άνδρες, για να αναλάβει τη γενική αρχηγία των ελλ. σωμάτων που δρούσαν στην
περιοχή Μοναστηρίου – Καστοριάς. Η δράση του Παύλου Μελά στη Δυτική Μακεδονία,
η συνεχής προσπάθειά του να τονώσει το ελληνικό φρόνημα στην περιοχή όχι μόνο
με τα όπλα αλλά και με την ίδρυση σχολείων, άρχισε να κλονίζει τη βουλγαρική
προπαγάνδα στην περιοχή. Οι δυσκολίες βέβαια που συναντά είναι τεράστιες, το
πάθος όμως για τη λευτεριά της Μακεδονίας πιο ισχυρό.
Δυστυχώς όμως στις 13/10/1904
ο Μελάς περικυκλωμένος από τουρκικό απόσπασμα στο χωριό Στάτιστα της Καστοριάς,
μετά από ηρωϊκό αγώνα, φονεύεται. Ο θάνατος του Παύλου Μελά συντάραξε ολόκληρο
το έθνος και παρακίνησε πολλούς συναδέλφους αξιωματικούς να βγουν με σώματα στη
Μακεδονία. Ενώ ως τότε η υπόθεση της Μακεδονίας ήταν υπόθεση μικρού αριθμού
Ελλήνων, μετά το θάνατο του Μελά έγινε υπόθεση όλου του Ελληνισμού.
«Ο Παύλος Μελάς κι αν πέθανε,
τα αδέρφια του ας ζήσουν, αυτά θα τρέξουνε μαζί για να τον αναστήσουν»,
έλεγε ο ανώνυμος λαϊκός ποιητής συγκλονισμένος από το θάνατο του «Λόρδου
Μπάιρον του μακεδονικού αγώνα, όπως αποκλήθηκε ο Μελάς.
Ο μητροπολίτης Γερμανός
Καραβαγγέλης έλεγε: «Όπου να’ ναι φτάνουν από κάτω και ελληνικά σώματα.
Κρητικοί και Μανιάτες. Θα δεις κάθε κλαδί και παλικάρι». Και πραγματικά δε
διαψεύστηκε ο μεγάλος ιεράρχης, αφού από όλα τα μέρη της Ελλάδας κατέφτασαν στη
Μακεδονία αρχηγοί και οπλαρχηγοί ελλ. σωμάτων.
Από τους περίπου 6000 εθελοντές που ανέβηκαν στο βορρά, για να βοηθήσουν
των αγώνα των μακεδόνων αδερφών, οι 3000 είναι κρήτες. Μάλιστα αυτοί που θα
διαδεχτούν τον Παύλο Μελά στη συνέχιση των πολεμικών επιχειρήσεων είναι δύο
Κρήτες, ο στρατηγός Γεώργιος Κατεχάκης ή Ρούβας και μέχρι το τέλος του 1908 ο
Γεώργιος Τσόντος ή Βάρδας.
Αναρίθμητες είναι οι πράξεις
ηρωισμού και αυτοθυσίας ενός αγώνα που παρατάθηκε ως το καλοκαίρι του 1908,
οπότε θεσπίστηκε το νέο τουρκικό σύνταγμα.
Η σημασία του Μακεδονικού αγώνα για τον ελληνισμό είναι αδιαμφισβήτητη.
Σήμερα που οι εθνικιστικές εξάρσεις στην περιοχή των βαλκανίων είναι και πάλι
αναζωπυρωμένες και επιβουλές εναντίον της ελληνικότητας της Μακεδονίας
διαφαίνονται από όμορες χώρες, είναι απαραίτητο να αναλογιστούμε το Μακεδονικό
αγώνα και να τον διαφυλάξουμε στη μνήμη μας. Η μελέτη και η βαθιά γνώση της
ιστορίας, η επαγρύπνηση και η εγκατάλειψη του εφησυχασμού, αποτελούν την ασπίδα
για την αντιμετώπιση κάθε εχθρικής επιβουλής.
Και αντί άλλου επιλόγου
παραθέτουμε το ποίημα του Κωστή Παλαμά εμπνευσμένο από τον ηρωικό θάνατο του
Παύλου Μελά.
«Σε κλαίει ο λαός. Πάντα
χλωρό να σειέται το χορτάρι
Στον τόπο, που σε
πλάγιασε το βόλι, ω παλληκάρι.
Πανάλαφρος ο ύπνος σου
του Απρίλη τα πουλιά
Σαν του σπιτιού σου να τ’
ακούς λογάκια και φιλιά,
Και να σου φτάνουν του
χειμώνα οι καταρράχτες,
Σαν τουφεκιού
αστραπόβροντα και σαν πολέμου κράχτες.
Πλατειά του ονείρου μας η
γη και απόμακρη. Και γέρνεις
Εκεί και σβεις γοργά.
Ιερή στιγμή. Σαν πιο
πλατειά τη δείχνεις, και τη φέρνεις
Σαν πιο κοντά!»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου