Κυριακή 11 Ιανουαρίου 2015

Μικρασιατική καταστροφή - Προσφυγικό ζήτημα

Μικρασιατική εκστρατεία και καταστροφή - Προσφυγικό ζήτημα

Η Σμύρνη πριν την καταστροφή

)Με τη Μικρασιατική καταστροφή γράφτηκε μια από τις μελανότερες και τραγικότερες σελίδες της νεότερης Ελληνικής ιστορίας που είχε ως αποκορύφωμα τον ξεριζωμό από τις πατρογονικές εστίες περίπου 1.500.000 ελλήνων σε δύο κυρίως φάσεις: α) 1914 - 1918 (1ος διωγμός) και β) 1922 - 1925 (μικρασιατική καταστροφή και επακόλουθα γεγονότα)






Η Σμύρνη καίγεται και 
(κάτω) το δράμα της προσφυγιάς

Για τα γεγονότα πριν από τη Μικρασιατική καταστροφή αλλά και κατά τη διάρκειά της μπορείτε να δείτε δύο εκπομπές από τη "Μηχανή του Χρόνου" με μαρτυρίες των πρωταγωνιστών αλλά και μελετητών των γεγονότων.

------------------------------------------------------------------------------------------------

Επίσης, για τα ίδια γεγονότα αλλά και για το ζήτημα των προσφύγων, την αποκατάστασή τους, καθώς και για το ζήτημα της αποζημίωσης των περιουσιών που εγκατέλειψαν φεύγοντας από τις "αλησμόνητες πατρίδες", μπορείτε να δείτε ένα εξαιρετικό ντοκυμανταίρ του National Geographic, με τον τίτλο "Ο μεγάλος ξεριζωμός". 
  
 Για τα γεγονότα της εποχής ο Νίκος Κούνδουρος σκηνοθέτησε το 1978 τη μεγάλου μήκους ιστορική ταινία, "1922", βασισμένη σε κάποιο (μικρό) βαθμό στο μυθιστόρημα του Ηλία Βενέζη "Το νούμερο 31328''
Η υπόθεση της ταινίας από την ηλεκτρονική διεύθυνση: http://www.tainiothiki.gr/v2/filmography/view/1/2/
Σύνοψη της υπόθεσης:

Βασισμένη στο βιβλίο του Ηλία Βενέζη "Το νούμερο 31328", η ταινία του Νίκου Κούνδουρου αφηγείται μέσα από την προσωπική τραγωδία τριών προσώπων, την Μικρασιατική καταστροφή και την μαρτυρική πορεία των Ελλήνων της Μικράς Ασίας που συνελλήφθησαν και οδηγήθηκαν στο θάνατο από τα στρατεύματα του Κεμάλ αλλά και τις ένοπλες ομάδες Μουσουλμάνων. Η γυναίκα ενός εμπόρου, μια δασκάλα και ένας δεκαεφτάχρονος προσπαθούν να επιβιώσουν ακολουθώντας την φάλαγγα των αιχμαλώτων στα βάθη της Μικράς Ασίας. Η δασκάλα θα δολοφονηθεί από έναν Τούρκο, η γυναίκα του εμπόρου θα χάσει τα λογικά της και μόνο ο νεαρός θα καταφέρει να σωθεί.Για λόγους διπλωματικούς και πολιτικούς, η προβολή της ταινίας υπήρξε απαγορευμένη μέχρι το 1982. 
Κατατοπιστικό και το επόμενο άρθρο από την εφημερίδα "Ελεύθερος Κόσμος" (17/5/2008)
30 χρόνια από το απαγορευμένο «1922» του Νίκου Κούνδουρου

Το «1922» του Νίκου Κούνδουρου περιγράφει την καταστροφή του Μικρασιατικού Ελληνισμού χωρίς ωραιοποιήσεις.

Ο Άλκης Παναγιωτίδης ως Άγγλος πρόξενος στους δρόμους της Σμύρνης.

O Oσμάρ (Λάγγος) και ο δάσκαλος (Κάππος) στην έρημο.

Το «1922» αποτελεί την καλύτερη απάντηση στο βιβλίο της Ρεπούση.

Οι «επιτήδειοι ουδέτεροι».

Για τον Νίκο Κούνδουρο, το «1922» υπήρξε δημιούργημα οργής.

Το «1922» βασίσθηκε στο «Νούμερο 31328» του Ηλία Βενέζη.
Κλείνουν φέτος (το 2008) 30 χρόνια από την δημιουργία του «1922» του Νίκου Κούνδουρου, που απαγορεύθηκε από την κυβέρνηση Καραμανλή, διατηρώντας το θλιβερό «προνόμιο» να είναι το πρώτο θύμα της ελληνοτουρκικής «φιλίας». Η ταινία βασιζόταν πολύ χαλαρά στο «Νούμερο 31328» του Ηλία Βενέζη, αλλά και αναμνήσεις επιζήσαντων της γενοκτονίας του Μικρασιατικού Ελληνισμού.
Ο ίδιος ο Κούνδουρος ενθυμείται αυτοβιογραφούμενος: «1922. Μια ιστορία μνήμης. Ήταν η ώρα που το Ελληνικό Κέντρο Κινηματογράφου σε μία ευλογημένη στιγμή της ύπαρξης του, λειτούργησε δημιουργικά και έξυπνα. Μας κάλεσε ο τότε πρόεδρος του, τον Κακογιάννη, τον Δημόπουλο και την αφεντιά μου και μας είπε «κάνετε ό,τι θέλετε». Και αυτό το «κάνετε ό,τι θέλετε» ξύπνησε μέσα μου ευφορία. Ήθελα να καταθέσω ένα ειλητάρι στην μνήμη της μικρασιατικής οδύνης, όπως εγώ την έζησα μέσα από μια κοπελιά που είχε μαζέψει η μάνα μου από τις Χαμένες Παρτίδες. Δανείσθηκα το βιβλίο του Βενέζη, το «Νούμερο 31328» και έφτιαξα το δικό μου νούμερο, το «1922». Ενώ σε μια συνέντευξη δήλωνε: «Το 1922 είναι μία από τις καλύτερες ταινίες μου. Ίσως η πιο γόνιμη».
Από το βιβλίο του Βενέζη ο Κούνδουρος κρατά τον γενικό σκελετό. Θα γράψει όμως μαζί με τον Στράτο Καρρά ένα σενάριο που εκπροσωπεί τους προβληματισμούς του. Έτσι η εισαγωγή με τις ανησυχίες των αστών για την κατάρρευση του μετώπου, που είναι από τα καλύτερα κομμάτια της ταινίας δεν έχει καμιά σχέση με το βιβλίο του Βενέζη. Αυτή η ανησυχία για το μέλλον και την προδοσία των Συμμάχων διαπερνά και τα νούμερα μιας πατριωτικής επιθεώρησης, όπου ο νεαρός Ηλίας είναι κομπάρσος. Είναι στα παρασκήνια θα μάθει από τον στρατιώτη αδελφό του το μεγάλο μυστικό: ο Ελληνικός στρατός αφήνει την Σμύρνη.
Χαρακτηριστική είναι η σκηνή όπου η Aντιγόνη (Ελεωνόρα Σταθοπούλου), η νεαρή κόρη μίας μεσοαστικής οικογένειας, που έχει χάσει δύο αδέλφια στο μέτωπο, θα προσπαθήσει να μάθει το μέλλον από την τουρκάλα υπηρέτρια που «διαβάζει» τον καφέ. Όταν εκείνη θα της απαντήσει τουρκικά, θα τη χαστουκίσει, φωνάζοντας: «Γιατί μιλάς τουρκικά; Αφού ξέρεις ελληνικά, γιατί μιλάς τουρκικά;» Όταν η μητέρα της (Μπέττυ Βαλάση) θα προσπαθήσει να την ηρεμήσει, εκείνη ανάμεσα σε ουρλιαχτό και κλάμα θα φωνάζει: «Δεν μπορεί να μιλά εδώ μέσα τουρκικά!» Αργότερα θα προσπαθήσει να σώσει τον φίλο της (Δημήτρης Καταλειφός) που είναι στρατιώτης ντύνοντας τον στα πολιτικά και να διδάξει, με όση ηρεμία μπορεί, γαλλικά στον 18χρονο Ηλία (Ζαχαρίας Ρόχας). Είναι όλη αυτή η σκηνή που χάρισε στη συγκλονιστική Σταθοπούλου, το βραβείο Α' Γυναικείου ρόλου.
Την άλλη μέρα τα νέα δημιουργούν πανικό στους πολίτες και οργή στους στρατιώτες. Η είσοδος των Τούρκων χτίζεται με φοβερή μαεστρία από τον Κούνδουρο ξεκινώντας με την απειλητική παρουσία τους τη νύκτα, τρομοκρατώντας την Λουκία (Αντιγόνη Αμανίτου), σύζυγο ενός Έλληνα έμπορου (Αντώνης Αντωνίου) και φτάνοντας στη φοβερή είσοδο του έφιππου λοχαγού Οσμάρ (Βασίλης Λάγγος), του Κεμαλικού στρατού στην πόλη.
Από εκείνη την στιγμή ο αριστερός σκηνοθέτης δεν χαρίζεται ούτε στιγμή στους Τούρκους, τους οποίους ο Βενέζης έβλεπε με κατανόηση. Το πογκρόμ των Αρμενίων και των Ελλήνων, στο οποίο πρωταγωνιστούν τα τουρκόπουλα, έχει όλη την αγριότητα, τη λύσσα, το απωθημένο ενός βάρβαρου λαού για τους «Έλληνες και τους Αρμένιους που τόσο καιρό έπιναν το αίμα του Τούρκικου λαού». Οι σκηνές είναι απείρου τρόμου. Οι Έλληνες δεν παρουσιάζονται κακομοίρηδες, όπως στο βιβλίο, άλλα προσπαθούν να ξεφύγουν την μοίρα τους. Ένας νεαρός στρατιώτης θα ευνουχιστεί μέχρι θανάτου από τους Τούρκους. Η σκηνή όπου ο Τούρκος σηκώνει τα κομμένα γεννητικά όργανα του Έλληνα και με την ηδονή του μίσους φωνάζει «Η Τουρκία στους Τούρκους» είναι η πιο δυνατή του φιλμ. Ο Δημήτρης Καταλειφός αποκεφαλίζεται. Αργότερα στην έρημο ένας νεαρός παππάς ξεφτιλίζεται ημίγυμνος σε ένα γαϊδουράκι, ενώ η παπαδιά έχει ήδη βιασθεί και είναι γυμνόστηθη.
Όταν όλοι οι Έλληνες συλληφθούν, θα περάσουν ντυμένοι με τα καλύτερα τους ρούχα μέσα από την έρημο. Πολλοί κατηγόρησαν τον Κούνδουρο για αυτήν τη απεικόνιση, αλλά στην ουσία δείχνει τον σταδιακό εξευτελισμό των Ελλήνων αστών. Όταν οι αιχμάλωτοι φτάνουν στο πηγάδι, ο συφιλικός Οσμάρ απειλεί τους Έλληνες με θάνατο αν πιουν νερό. Και εκείνοι σε μια τελευταία πράξη αντίστασης ένας-ένας πίνουν νερό και πέφτουν από τις σφαίρες του Τούρκου. Όταν όμως το κάνουν όλοι μαζί, τον απελπίζουν. Ενώ η Λουκία, που ο άνδρας της έχει σκοτωθεί και η ίδια έχει βιασθεί κατά εξακολούθηση, θα σκοτώσει τον τελευταίο βιαστή της.
Μην περιμένετε τέτοιες επικές σκηνές να τις διαβάσετε στο έργο του Βενέζη. Ο Βενέζης ήταν ένας κλαψιάρης, μοιρολάτρης, ηττοπαθής συγγραφέας, που αντί να δείξει τον Έλληνα να περνά τις δυσκολίες και να χαλυβδώνεται, τον δείχνει τρομοκρατημένο και δειλό. Μια άποψη που συμμεριζόταν ο Βασίλης Λαούρδος και ο Δημήτριος Τσάκωνας, οι δύο βασικοί κριτικοί λογοτεχνίας του Εθνικιστικού χώρου. Δηλαδή ένας αριστερός σκηνοθέτης δείχνει ηρωισμό, εκεί που ένας κεντροδεξιός αποδεικνύεται μοιρολάτρης. Από αυτήν την άποψη ο Νίκος Κούνδουρος αξίζει όλο μας τον σεβασμό. Ενώ η τελική σκηνή δείχνει την πορεία προς την τρέλα της Λουκίας και την προσπάθεια των Τούρκων να δείξουν στους Φράγκους, τους αιώνιους επιδέξιους ουδέτερους, ότι τίποτα δεν συνέβη και να αρνηθούν την γενοκτονία.
Να προσθέσουμε ότι η ταινία απαγορεύθηκε από τη Κυβέρνηση Καραμανλή μετά από διαμαρτυρία του Τουρκικού Υπουργείου Εξωτερικών ότι τέτοιες ταινίες δυναμιτίζουν τις ελληνοτουρκικές σχέσεις! Παρόλα αυτά, ο Κούνδουρος πήρε μια κόπια του έργου και την πρόβαλε στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης προκαλώντας συμφόρηση σε θεατές και κριτικούς, ενώ σάρωσε τα βραβεία καλύτερης ταινίας, σκηνοθεσίας, φωτογραφίας (Νίκος Κακαβουδάκης), Α' Ανδρικού (Βασίλης Λάγγος) και Α' Γυναικείου ρόλου (Ελεωνόρα Σταθοπούλου).
Με την άνοδο του ΠΑΣΟΚ καλλιεργήθηκε η άποψη ότι η προβολή του «1922» ήταν ελεύθερη. Αυτό όμως είναι ψέμα. Το 1982 η ταινία επρόκειτο να προβληθεί στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Βουδαπέστης. Όμως μισή ώρα πριν την προβολή της ταινίας επενέβη το Ουγγρικό υπουργείο Εξωτερικών με προτροπή του Έλληνα πρέσβη και κατάσχε την κόπια. Μόνο με παρέμβαση του Υφυπουργού Εξωτερικών Γιάννη Καψή, η κόπια αποδόθηκε στον Κούνδουρο, ενώ του απαγορεύθηκε να προβάλει ποτέ την ταινία του στη Θράκη. Σήμερα ταινίες σαν το «1922» του Κούνδουρου θεωρούνται επικίνδυνες γιατί θυμίζουν την τουρκική κτηνωδία. Ενώ δεν συνάδουν με το παραμύθι της ελληνοτουρκικής «φιλίας». Για αυτό και δεν κυκλοφορεί πια σε DVD.
Όσο για μας είναι η καλύτερη απάντηση στο βιβλίο ιστορίας της συμμορίας της Ρεπούση. Χρειάζεται να πούμε ότι αν γυριζόταν σήμερα μια παρόμοια ταινία από το ΕΚΚ, θα έδειχνε την άποψη των «καταπιεσμένων Τούρκων»;
* ο Γιώργος Πισσαλίδης είναι κριτικός κινηματογράφου.

Το άρθρο δημοσιεύθηκε στο φύλλο της 17ης Μαΐου 2008 της εφημερίδας Ελεύθερος Κόσμος.

Στον ίδιο δημοσιογράφο - κριτικό έδωσε συνέντευξη ο ίδιος ο Κούνδουρος, που δημοσιεύθηκε στο τεύχος 29 (Σεπτέμβριος-Οκτώβριος 2011) του περιοδικού «Patria».
 Λίγα αποσπάσματα από αυτήν τη συνέντευξη:


Να μιλήσουμε για το «1922»; Πως σκεφθήκατε να γυρίσετε αυτήν την ταινία;
Είναι περίεργη η ρίζα. Η μητέρα μου είχε μαζέψει στο σπίτι δύο προσφυγοπούλες. Ήταν δύο συγκινητικά άτομα και εγώ αποσπούσα πληροφορίες για την ζωή τους, τον τρόπο που ζούσαν. Και σιγά- σιγά μπήκε μέσα μου ένα ενδιαφέρον, όχι πατριωτικό θα μπορούσα να πω, αλλά για το δράμα του ελληνικού λαού. Και σιγά-σιγά μελετώντας αποφάσισα να κάνω την ταινία. Όπως πάντα μελέτησα την εξουσία, διότι υπήρχε μια πληροφορία ότι ο Παπανδρέου η ο Μεταξάς η ποιος άλλος δεν ξέρω, να πέσει μια σιωπή για το δράμα των 3 εκατομμυρίων προσφύγων, που σφάχτηκαν η εξορίστηκαν τον Αύγουστο του 1922.
Έψαχνα τα ελληνομικρασιατικά αρχεία. Υπήρχαν δύο ογκώδη βιβλία με θέμα τις μαρτυρίες των προσφύγων. Και αυτά είχαν απαγορευτεί να κυκλοφορήσουν. Και μένα κάθε απαγόρευση γεννά μέσα μου ένα είδος αντίστασης. Όταν ότι αφορά ένα οδυνηρό θέμα ενός λαού απαγορεύεται να κυκλοφορήσει, απαγορεύεται να λεχθεί, λέω «δεν πάει στο διάολο;»
Από τότε υπήρχε το μικρόβιο της «ελληνοτουρκικής φιλίας»;
Δεν ξέρω πως το διάολο το επεξεργαζόταν, αλλά το θέμα είναι ότι ξύπνησε μέσα μου ένας θυμός. Και επειδή όλες μου οι ταινίες είναι δημιουργήματα θυμού, λέω «θα το κάνω ταινία». Και έκανα το «1922».
Που βασίζεται η ταινία;
Βασίσθηκε κατ’ αρχήν στο οδοιπορικό του Ηλία Βενέζη με το ίδιο θέμα (σ.σ. εννοεί το «Νούμερο 31328») από όπου κράτησα όλο το βιβλίο. Εκεί είδα ότι ο Βενέζης μέσα στον καημό του και το λυρικό του μεράκι είχε μια τρυφερότητα και καλά έκανε, στον τρόπο που περιέγραφε την φρίκη. Αλλά τέτοια φρίκη και τρυφερότητα δεν πήγαινε και τόσο καλά. Εξαφάνισα λοιπόν την τρυφερότητα από το βιβλίο και κράτησα την φρίκη.
Υπάρχει όμως ένας ηρωισμός των Ελλήνων στην ταινία που δεν υπάρχει στο βιβλίο του Βενέζη. Παραδείγματος χάριν στην σκηνή που ο Τούρκος τους λέει ποιος θα πιει από το πηγάδι και τους σκοτώνει έναν-έναν.
Έχεις δίκιο. Εγώ συμφωνώ μαζί σου. Προσπάθησα με νύξεις, γιατί δεν ήθελα να κάνω μια ηρωική ταινία...
Γιατί όχι ηρωική;
Έλα ντε. Γιατί όχι; Δεν φοβήθηκα την λογοκρισία. Την αλήθεια φοβήθηκα. Όταν ξαναδείς την ταινία καμιά φορά θα δεις πως αντιμετωπίζω το «Έλληνας - Τούρκος», το «Τούρκος - Έλληνας» κάθε λίγο. Μπορείς να πεις ότι αντιμετωπίζω τους Τούρκους με γενναιοδωρία.
Τι εννοείτε;
Δηλαδή δεν είναι ο καλός και ο κακός. Είναι ο νικητής και ο ηττημένος. Έχει τεράστια διαφορά.
Πάντως στην ταινία υπάρχουν συγκλονιστικές σκηνές που δείχνετε όλη την σκληρότητα των Τούρκων. Όπως στην σκηνή που ο Τούρκος κόβει τους όρχεις του Έλληνα και φωνάζει «Η Τουρκία στους Τούρκους».
Το θυμάσαι βλέπω. Δεν ήθελα να το ισοπεδώσω. Αυτή είναι μια σκηνή που επέτρεψα στο σενάριο, όπως και την σκηνή που ο ιππέας σκοτώνει τους Αρμένηδες. Το ίδιο φαίνεται στην νεαρή κοπέλα (ο ρόλος της Ελεωνόρας Σταθοπούλου) και της μαμάς της, αλλά και την Τουρκάλα υπηρέτρια, που τους επιστρέφει την οργή τους καταδίδοντας τον αδελφό της κοπέλας. Υπάρχει μία νύξη συνεχώς. Δεν ήθελα να κάνω μια ταινία ερμαφρόδιτη, και δεν ήταν. Απόδειξη ότι εξόργισε την Αριστερά, η οποία την έβρισε από διακόσιες πλευρές. 
(ολόκληρη η συνέντευξη στη σελίδα: http://www.e-grammes.gr/article.php?id=517)
  

Η  ταινία  

Πάρα πολλά βεβαίως και τα τραγούδια που αναφέρονται στα τραγικά γεγονότα. Το πιο γνωστό ίσως το "Η Σμύρνη μάνα καίγεται",ερμηνευμένο με ανεπανάληπτο τρόπο εδώ από το Γιώργο Νταλάρα.

Στίχοι:  
Πυθαγόρας
Μουσική:  
Απόστολος Καλδάρας

Η Σμύρνη μάνα καίγεται καίγεται και το βιος μας
ο πόνος μας δε λέγεται δε γράφεται ο καημός μας

Ρωμιοσύνη ρωμιοσύνη δε θα ησυχάσεις πια
ένα χρόνο ζεις ειρήνη και τριάντα στη φωτιά

Η Σμύρνη μάνα χάνεται τα όνειρά μας πάνε
στα πλοία όποιος πιάνεται κι οι φίλοι τον χτυπάνε

Ρωμιοσύνη ρωμιοσύνη δε θα ησυχάσεις πια
ένα χρόνο ζεις ειρήνη και τριάντα στη φωτιά


 Για το δίσκο "Μικρά Ασία" δείτε εδώ.

Και δυο ακόμη ανεπανάληπτες φωνές που τραγούδησαν την εθνική συμφορά, Νίκος Ξυλούρης και Χαράλαμπος Γαργανουράκης.  
 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου